Το Ελληνικό έχει «πλούσιο» και ιδιαίτερα ενδιαφέρον παρελθόν ενώ, μετά την εκκίνηση των έργων ανάπλασης για τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου, το μέλλον του προμηνύεται λαμπρό.
Πριν από σχεδόν έναν αιώνα, ωστόσο, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. «Ο πρώτος εποικισμός της περιοχής, που σήμερα ονομάζεται Ελληνικό, άρχισε αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή» εξιστορεί ο πρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Σουρμένων Γιώργος Σαραφίδης και συμπληρώνει: «Συγκεκριμένα, το 1922, έφτασαν οι πρώτοι Πόντιοι πρόσφυγες που προέρχονταν από τα Σούρμενα, μια παραθαλάσσια κωμόπολη 35 χιλιόμετρα από την Τραπεζούντα»
Η Ένωση Ποντίων Σουρμένων ιδρύθηκε, λίγο αργότερα, το 1924 και αποτελεί έως και σήμερα ένα από τα σημαντικότερα «κύτταρα» του Ποντιακού Ελληνισμού. Κάθε χρόνο, οι Πόντιοι στα Σούρμενα αναβιώνουν το Ταφικό Έθιμο εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Δύο φορές κατά την γερμανική κατοχή και φέτος λόγω του κορονοϊού υπήρξαν τα μόνα έτη που δεν έλαβε χώρα η συγκεκριμένη παράδοση, που έχει τις ρίζες της στα εδάφη των προγόνων των προσφύγων, στον Εύξεινο Πόντο.
Το άγονο Ελληνικό
Μέχρι την έλευση των πρώτων προσφύγων, το Ελληνικό ήταν ένας ακατοίκητος χώρος, μια άγονη και άνυδρη περιοχή. Παλαιότερα, έως το 1830, αποτελούσε βοσκοτόπι που εκτεινόταν έως τη Βούλα και ανήκε στον Τούρκο Πασά Χασάν και έφερε την ονομασία Χασάν Τσιφλίκι.
«Στα μέσα της δεκαετίας του ’20, με την έλευση των προσφύγων, η κοινότητα στο Παλαιό Χασάνι ονομάζεται Κομνηνά. Τα χωράφια των κατοίκων της εκτείνονταν έως την περιοχή που σήμερα βρίσκεται ο Άγιος Κοσμάς» μας διηγείται ο Γ. Σαραφίδης.
Τα επόμενα χρόνια, με τις ανταλλαγές πληθυσμών, τους Πόντιους πρόσφυγες ακολούθησαν και Θράκες. Η περιοχή στους πρόποδες του Υμηττού ονομάστηκε Σούρμενα σε μια απόπειρα να θυμίζει στους νέους κατοίκους τα εδάφη που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν. Σε αυτό τον ακατοίκητο για αιώνες, τον βραχώδη και αφιλόξενο τόπο, έστησαν οι Πόντιοι τις πρώτες σκηνές τους. Κάποιοι επιχείρησαν να χτίσουν πλίνθινα σπίτια αλλά οι προσπάθειές τους απέβησαν άκαρπες καθώς τα κτίσματα γρήγορα κατέρρευσαν από τα νερά της βροχής.
Οι κλήροι
Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, το υπουργείο Γεωργίας έδωσε στους πρόσφυγες κλήρους ανταλλάξιμης γης 5 στρεμμάτων. Στα Σούρμενα και στο Άνω Ελληνικό, σε κάθε πρόσφυγα αντιστοιχούσαν – μετά την εισφορά για δρόμους και κοινόχρηστους χώρους – συνολικά 4 στρέμματα. «Οι κάτοικοι έδωσαν περίπου μισό στρέμμα από την περιουσία τους για να γίνουν το νεκροταφείο, η εκκλησία και το σχολείο στα Σούρμενα» λέει ο Γ. Σαραφίδης.
Στο Κάτω Ελληνικό, κάθε νέος κάτοικος προκειμένου να μπορέσει να εγκατασταθεί αναλάμβανε την υποχρέωση να προχωρήσει σε εκβραχισμούς του οικοπέδου του, περίφραξη με μάντρα και δημιουργία κήπου. Με τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που τέθηκαν, οι μόνοι που ουσιαστικά είχαν την δυνατότητα να κατοικήσουν ήταν εύποροι πρόσφυγες από τις περιοχές της Σμύρνης, του Πόντου αλλά και από την Κωνσταντινούπολη. Έμποροι, άνθρωποι των γραμμάτων αλλά και εφοπλιστές κατοίκησαν την περιοχή που ονομάστηκε Κηπούπολη. «Τα οικόπεδα είχαν οπωροφόρα δέντρα και λουλούδια δίνοντας τον τόνο της περιοχής» λέει ο Γ. Σαραφίδης.
«Η πορεία του Ποντιακού Ελληνισμού είναι, επί της ουσίας, η ιστορία της Ελλάδας. Είναι γεμάτη από κόπο, ξεριζωμό και αγώνα για επιβίωση» υπογραμμίζει ο Δήμαρχος Ελληνικού Γιάννης Κωνσταντάτος και προσθέτει: «Εδώ και 100 χρόνια, η νεότερη ιστορία του τόπου μας είναι συνδεδεμένη άρρηκτα με τους πρόσφυγες από τον Πόντο, οι οποίοι στην, τότε, άγονη περιοχή του Ελληνικού κατέφυγαν και έστησαν ξανά τη ζωή τους στην περιοχή των Σουμένων».
Το πρώτο σχολείο
Στα Σούρμενα, τα πρώτα χρόνια, οι κάτοικοι ζουν σε σκηνές. Και το πρώτο δημοτικό σχολείο φιλοξενήθηκε και αυτό σε σκηνή. Το πρώτο κτίριο δημοτικού σχολείου ήταν πέτρινο και ολοκληρώθηκε το 1932 στη θέση ΠΙΚΠΑ στην πλατεία Σουρμένων. Διέθετε δύο αίθουσες, ένα γραφείο και ένα χολ. Λειτούργησε ως μονοθέσιο μέχρι το 1968.
Σήμερα, σε πολύ κοντινή απόσταση από το πρώτο σχολείο της περιοχής, βρίσκεται το Ιστορικό και Λαογραφικό Ποντιακό Μουσείο Σουρμένων. «Οι πρόσφυγες στα Σούρμενα εξέτρεφαν ζώα και καλλιεργούσαν στάρι και κριθάρι. Οι δεσμοί με τους ντόπιους έσφιξαν με την πάροδο των χρόνων και οι Πόντιοι ενσωματώθηκαν στην τοπική κοινωνία» τονίζει ο Γ. Σαραφίδης.
Πέτρινοι οικισμοί
Τα πρώτα πέτρινα σπίτια χτίζονται το 1928 ενώ το ίδιο έτος κατασκευάζεται και το δημόσιο πηγάδι στην οδό Ιασωνίδου. Έως το 1956 που φτάνει στην περιοχή το δίκτυο ύδρευσης, οι κάτοικοι είτε άνοιγαν πηγάδια βάθους από 20 έως και 30 μέτρα είτε αγόραζαν νερό από τους νερουλάδες που γυρνούσαν με τα δίκυκλα.
«Οι πρώτες κατοικίες των Ποντίων αλλά και των προσφύγων από τη Μικρά Ασία ήταν στο χώρο όπου δημιουργήθηκε το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Το καθεστώς Μεταξά, στα μέσα της δεκαετίας του ’30, απαλλοτρίωσε την περιοχή με βίαιο τρόπο για να γίνει ο αεροδιάδρομος. Και η πλειονότητα των προσφύγων μεταφέρθηκε στην περιοχή όπου κατοικούν έως και σήμερα οι Πόντιοι, στα Σούρμενα» εξηγεί ο Γ. Κωνσταντάτος.
Σημειώνεται ότι οι πρώτες απαλλοτριώσεις έλαβαν χώρα το 1935 ενώ καθώς προχωρούσαν οι εργασίες για την κατασκευή του αεροδιαδρόμου, συνεχίστηκαν οι κατεδαφίσεις σπιτιών από το Χασάνι έως τα όρια της Κηπούπολης.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1937, αρχίζει η κατασκευή της Λεωφόρου Βουλιαγμένης, η οποία ολοκληρώνεται ένα χρόνο μετά, το 1938. Η περιοχή συνδέεται, πλέον, με λεωφοριακή γραμμή που φτάνει στο κέντρο της Αθήνας, με αφετηρία την οδό Ακαδημίας.
Το αεροδρόμιο
Η κατασκευή του αεροδρομίου αρχίζει το 1938 από τον αρχιτέκτονα – πολιτικό μηχανικό Νικόλαο Σαβαρλή. Ο πρώτος αεροδιάδρομος είχε μήκος 1.800 μέτρων. Ωστόσο, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, ο Σαβαρλής αρνήθηκε να συνεργαστεί με τις δυνάμεις των Ναζί και το έργο δεν ολοκληρώθηκε.
Πέντε χρόνια μετά, το 1943, δίνεται εντολή εκκένωσης της περιοχής. Οι κάτοικοι μεταφέρονται σε σπίτια στην Κοκκινιά, τη Νέα Σμύρνη και την Καλλιθέα. Στην περιοχή διαμορφώνεται ένα εικονικό αεροδρόμιο με στόχο να προστατευτούν από τους βομβαρδισμούς οι πραγματικές εγκαταστάσεις.
Μετά το 1945, ο χώρος – γνωστός πλέον ως Αεροδρόμιο Χασάνι – αξιοποιήθηκε από την Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία ως βάση επιχειρήσεων. Μάλιστα, για όσα διάστημα παρέμεναν γερμανικές δυνάμεις σε ελληνικά νησιά, από το Αεροδρόμιο Χασάνι, πετούσαν συμμαχικά αεροσκάφη με στόχο να πλήξουν τα εν λόγω κατοχικά στρατεύματα.
Η επιστροφή
Η λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σηματοδότησε την απαρχή της σταδιακής επιστροφής των κατοίκων. Οι βομβαρδισμοί είχαν προκαλέσει σοβαρές ζημιές στα κτίσματα και οι παλιοί κάτοικοι των Σουρμένων τα έχτισαν από την αρχή. Μάλιστα, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που, αδυνατώντας να βρουν τους πόρους για να φτιάξουν πάλι τα σπίτια τους, υποχρεώθηκαν να πουλήσουν μέρος των περιουσιών τους.
«Η δεκαετία που ακολούθησε, από το 1945 έως και το 1955, υπήρξε περίοδος ανοικοδόμησης για την ευρύτερη περιοχή του Ελληνικού» αναφέρει ο πρόεδρος της Ένωσης Ποντίων Σουρμένων. Κατασκευάζονται κυρίως μονοκατοικίες με εσωτερικές αυλές. Οι κάτοικοι της περιοχής προέρχονται κυρίως από την εργατική τάξη. «Εκείνη την περίοδο, περίπου το 70% των κατοίκων που επιστρέφουν, εγκαθίστανται στην περιοχή των Σουρμένων» προσθέτει ο Γ. Σαραφίδης.
Το 1956, τα οικήματα στο Χασάνι και σε σημαντικό τμήμα του Κάτω Ελληνικού κατεδαφίζονται προκειμένου να επεκταθεί το αεροδρόμιο και η Αμερικανική Στρατιωτική Βάση. Ήδη από το 1950, το αεροδρόμιο είχε αποκτήσει και δεύτερο διάδρομο απογείωσης και πρόσγειωσης μήκους 2.250 μέτρων ενώ και πρώτος αεροδιάδρομος είχε επεκταθεί σε μήκος φτάνοντας – και αυτός – τα 2.250 μέτρα.
Η επέκταση του Ελληνικού
Η ίδρυση της Ολυμπιακής Αεροπορίας στα 1956 από τον Αριστοτέλη Ωνάση «απογειώνει» την κίνηση του αεροδρομίου με συνέπεια δύο χρόνια μετά, το 1958, ο πρώτος αεροδιάδρομος να επεκταθεί εκ νέου με το μήκος του – πλέον – να φτάνει τα 3.000 μέτρα.
Τον Μάιο του 1962, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έθεσε τον θεμέλιο λίθο του ανατολικού αεροδρομίου στο Ελληνικό, έργο που ανέλαβε ο διάσημος Αμερικανοφινλανδός αρχιτέκτονας Έερο Σάαρινεν. Τα επίσημα εγκαίνια του Ανατολικού Αερολιμένα πραγματοποιήθηκαν το 1969 ενώ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, ο κυρίως αεροδιάδρομος επιμηκύνθηκε πάλι, φτάνοντας τα 3.500 μέτρα.
Το 1976, η ελληνική κυβέρνηση έλαβε την απόφαση για την κατασκευή του νέου αεροδρομίου στα Σπάτα. Η ιστορία από τότε, είναι λίγο πολύ γνωστή. Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, το 2001, η τελευταία πτήση από το Ελληνικό αναχωρεί με προορισμό τη Θεσσαλονίκη και «ανοίγει» τις πύλες του το «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Η νέα εποχή
Πέρασαν 19 χρόνια προκειμένου, πριν από μερικές ημέρες, να ξεκινήσουν επίσημα τα έργα στο Ελληνικό με στόχο τη μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη. Η συνολική επένδυση θα φτάσει τα 8 δισ. ευρώ. Με μέγεθος 2.500 στρέμματα, στο Ελληνικό θα δημιουργηθεί το μεγαλύτερο παράκτιο πάρκο της Μεσογείου.
Υπολογίζεται ότι θα ανοίξουν 10.000 νέες θέσεις εργασίας κατά την περίοδο της κατασκευής και συνολικά 80.000 κατά την περίοδο πλήρους λειτουργίας του Ελληνικού. Μεταξύ άλλων, ο σχεδιασμός προβλέπει οικιστικές ζώνες, αθλητικές εγκαταστάσεις, αστικό και επιχειρηματικό κέντρο όπου θα στεγάζονται εταιρείες και θα λαμβάνουν χώρα εκπαιδευτικές δραστηριότητες, ενυδρείο που θα συνδράμει ενισχυτικά στο Ωκεανογραφικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας καθώς και μια μαρίνα 337 θέσεων με ξενοδοχεία, τουριστικό συγκρότημα και καζίνο.
Καθόλου άσχημα για την περιοχή που πριν από ένα αιώνα αποτέλεσε καταφύγιο για τους εκδιωγμένους Πόντιους από τα περίχωρα της Τραπεζούντας.
«Εκατό χρόνια η καρδιά του Ποντιακού Ελληνισμού χτυπά στην περιοχή μας, με μεγάλες εκδηλώσεις κάθε έτος, όπως το Ταφικό Έθιμο και το Παμποντιακόν Πανοΰρ. Η ιστορία του τόπου μας είναι συνδεδεμένη με την εξέλιξη, την ανάπτυξη και την πρόοδο από ανθρώπους του μόχθου και του αγώνα, όπως είναι οι Πόντιοι» καταλήγει ο Δήμαρχος Ελληνικού Γ. Κωνσταντάτος.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ