«Καταπέλτης» είναι το βούλευμα του Συμβούλιου Πλημμελειοδικών που απέρριψε το μεσημέρι της Πέμπτης την ένσταση ακυρότητας κατά της προδικασίας που είχε υποβάλλει δια του συνηγόρου του ο Δημήτρης Λιγνάδης.
Ανάμεσα στα στοιχεία πάνω στα οποία βασίστηκαν οι δικαστές, υπάρχουν περιγραφές που σοκάρουν, όπως για παράδειγμα η κατάθεση θύματος που περιγράφει ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης είχε ένα ανήλικο αγόρι για τις δουλειές του σπιτιού το οποίο φέρεται να ώθησε σε σεξουαλικές πράξεις με συνομήλικό του.
«Κατά το διάστημα αυτό, στο σπίτι ερχόταν ένα ανήλικο αγόρι το οποίο σιδερώνει, έπλενε και γενικώς φροντίζει την καθαριότητα του σπιτιού του σκηνοθέτη, ο οποίος του έδινε 5 – 10 € για τις υπηρεσίες του. Μια μέρα μάλιστα που ο παθών μπήκε στο σπίτι, βρήκε το παιδί που καθάριζε με ένα φίλο του ετεροφυλόφιλο, ηλικίας 15 – 16 ετών, να είναι αμφότεροι με τα εσώρουχα του μέσα στο σαλόνι και να τρίβονται ο ένας πάνω στον άλλο βίαια, ο δε αιτών που καθόταν δίπλα του στον καναπέ με το εσώρουχο του, αυνανιζόταν» αναφέρεσαι στο βούλευμα.
Στη συνέχεια, δε ο σκηνοθέτης φέρεται να περιέγραψε μια φαντασίωση του στο φερόμενο θύμα, κατά την οποία «αυτό που είχε κάνει εντύπωση στον παθόντα κατά τη διάρκεια της σχέσης του με τον σκηνοθέτη ήταν ότι του έλεγε ότι είχε την φαντασίωση να είναι ο παθών μόνος του στο δωμάτιο, να μπαίνουν οι φίλοι του μέσα για να κάνουν σεξ μαζί του και εκείνος να φωνάζει «ο επόμενος».
«Φωτιά» η εισαγγελική πρόταση
Για «εμμονική παραφιλική τάση» και «σταθερή εξακολουθητική ροπή του προς την ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής του με ανήλικα αμφοτέρων των φίλων» κάνει λόγο η εισαγγελική πρόταση «φωτιά» προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο. Οι δικαστές, που υιοθέτησαν την πρόταση της εισαγγελέως για την απόρριψη του αιτήματος του σκηνοθέτη, περιγράφουν στο σκεπτικό του βουλεύματος τους, έναν άνθρωπο με δράση τουλάχιστον 30 ετών, επικαλούμενοι δε και υπόθεση ασέλγειας σε βάρος ανηλίκου το 1984, όπως προέκυψε μετά την σύλληψη του σκηνοθέτη από την διαδικασία της δακτυλοσκόπησης στην ΓΑΔΑ.
Εισαγγελική πρόταση: «Ανέκαθεν αλίευε ανήλικους στο Μεταξουργείο»
Κατά την εισαγγελέα, από τις καταθέσεις των μαρτύρων, «οι οποίοι δεν ουδεμία σχέση είχαν μεταξύ τους στο παρελθόν, ούτε φυσικά είχαν χρόνο να συνεννοηθούν και να προετοιμαστούν κατάλληλα ώστε να δώσουν καταθέσεις που προσομοίαζαν τόσο», προκύπτει σχετικά με τον τρόπο δράσης του σκηνοθέτη ότι «έχει εμφανή παραφιλική έφηβοφιλική σεξουαλική τάση και προτίμηση την οποία εξεδήλωνε χωρίς καμία αναστολή, ακόμα και σε δημόσιους χώρους, για ένα πολύ μακρόχρονο διάστημα και δη από τουλάχιστον το έτος 1995 έως και τουλάχιστον το 2016, σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία της δικογραφίας, εκμεταλλευόμενος αφενός στην ευαίσθητη ηλικία των ανήλικων που προσέγγιζε, ιδίως αγοριών από 14 έως 16, αφετέρου την ματαιοδοξία τους και την έλλειψη οικογενειακού περιβάλλοντος, δρώντας σχεδόν με πανομοιότυπο μεθοδικό και συστηματικό τρόπο κάθε φορά, καλλιεργούσε αρχικά κλίμα εμπιστοσύνης, επικαλούμενος και προβάλλοντας την επαγγελματική του ιδιότητα, ως καταξιωμένου σκηνοθέτη – ηθοποιού, πείθοντας αυτά ότι πρόθεση του ήταν να τα βοηθήσει να ανελιχθούν στο χώρο του θεάματος και παρασύροντας τα με τις υποσχέσεις αυτές στο σπίτι του, με αποκλειστικό σκοπό την τέλεση γενετήσιων πράξεων μαζί του».
Η εισαγγελική λειτουργός κάνει λόγο για «ανεξέλεγκτη γενετήσια ορμή» του κατηγορουμένου, την οποία στην περίπτωση του πρώτου θύματος χρησιμοποίησε ασκώντας σωματική βία, ενώ στην περίπτωση του δεύτερου χρησιμοποιώντας αλκοόλ και ναρκωτική ουσία.
«Η εμμονική αυτή παραφιλική του τάση, η οποία περιγράφεται με σαφήνεια τις ληφθείσες καταθέσεις, αλλά και στις εγκλήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του εισαγγελέα, καθώς και η σταθερή εξακολουθητική ροπή του προς την ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής του με ανήλικα αμφοτέρων των φίλων, η οποία ροπή έφτασε στην εγκληματική και μάλιστα κακουργηματική της μορφή, με παθόντες δύο αλλοδαπούς, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αυτός συνεχίζει να μένει στην ευρύτερη περιοχή του Μεταξουργείου από ανέκαθεν αλίευε ανήλικους για τον ανώτερο σκοπό, δικαιολογούσαν κατά την άποψή μας απόλυτα την εφαρμογή στο πρόσωπο του της παραγράφου δύο του άρθρου 244 του κώδικα ποινικής δικονομίας περί παράλειψης κλήση του ως υπόπτου για λήψη χωρίς όρκο εξηγήσεων και της άμεσης άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος του με σκοπό την αποτροπή τέλεσης νέων πάρω μην αδικημάτων σε βάρος ανηλίκων παθόντων» εξηγεί η εισαγγελέας στην πρόταση της προς το δικαστικό συμβούλιο.
Μάλιστα, φέρεται να εξηγεί ότι ο εισαγγελέας Κώστας Σπυρόπουλος, που χειρίστηκε την έρευνα, απάντησε στο αίτημα Λιγνάδη -το οποίο κατατέθηκε πριν τη σύλληψη του στις 11/2/2021 και ζητούσε ενημέρωση για ύπαρξη έρευνας σε βάρος του και κλήση σε παροχή εξηγήσεων- στις 20 Φεβρουαρίου 2021 και όχι νωρίτερα, καθώς έως τότε ήθελε να αξιολογήσει την βασιμότητα των καταγγελιών.
Αξιολογώντας λοιπόν τα στοιχεία, ο κ. Σπυρόπουλος ορθώς άσκησε κατά την εισαγγελέα «άμεσα ποινική δίωξη και συμφώνησε για την έκδοση εντάλματος σύλληψης σε βάρος του, (…) κρίνοντας ότι υφίσταται ενεργός κίνδυνος να τελέσει νέα παρόμοια αδικήματα, κρίση που ενισχύεται πλέον και από το γεγονός ότι ο αιτών έχει ήδη συλληφθεί και σημανθεί για αποπλάνηση ανηλίκου και το έτος 1984, όπως προέκυψε από το δελτίο εγκληματικότητας του».
Το σκεπτικό του Συμβουλίου
Το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ήρθε σε πλήρη συμφωνία με την εισαγγελική πρόταση, υπογραμμίζοντας στο σκεπτικό του ότι ο σκηνοθέτης «επί σειρά ετών, τουλάχιστον από το έτος 1984, όποτε χρονολογείται σήμανση του για σχετιζόμενο με την γενετήσια ελευθερία σε βάρος ανηλίκου αδίκημα και έως το έτος 2015, δηλαδή για διάστημα τουλάχιστον 30 ετών, προσέγγισε ανήλικους και γενικά άτομα νεαρής ηλικίας, πέραν των κατονομάζομενων την δικογραφία και πλήθος άλλων».
Μάλιστα, κατά τους δικαστές εντόπιζε τους ανήλικους είτε με αφορμή τις καλλιτεχνικές τους δραστηριότητες στο χώρο των θεάτρων, είτε ως διδάσκων θεατρική αγωγή σε σχολεία και εργαστήρια, είτε από φιλικούς κύκλους, «ακόμη και τυχαία σε διάφορες περιοχές των Αθηνών, που σύχναζαν ανήλικοι και νέοι και υποσχόμενος να τους καθοδηγήσει και να τους βοηθήσει να σταδιοδρομήσουν στον καλλιτεχνικό χώρο, τελούσε σε βάρος τους αδικήματα σχετιζόμενα με την γενετήσια ελευθερία τους, είτε με την άσκηση βίας, ακόμη και με την περιαγωγή του σε κατάσταση αναισθησίας και ανικανότητας για αντίσταση με τη χρήση ουσιών, είτε και χωρίς βία, εκμεταλλευόμενος όμως ακριβώς την ανηλικότητα και το νεαρό της ηλικίας των θυμάτων, καθώς και τις θέσεις που κατά καιρούς κατείχε, αλλά και ενγένει το status quo του».
«Στοιχείο της προσωπικότητας του» χαρακτηρίζουν οι δικαστές την επί σειρά ετών παραβατική συμπεριφορά του σκηνοθέτη, κάνοντας λόγο για «μεθοδευμένη δράση».
Αναφερόμενοι στα θύματα, εξηγούν στο σκεπτικό τους, ότι ο σκηνοθέτης «εκμεταλλευόμενος την αδυναμία τους και αξιοποιώντας την αναγνωρισιμότητα του, την ρητορική του δεινότητα, και την ικανότητα πειθούς, που αναμφισβήτητα φύση και θέση κατείχε, υπό το πρόσχημα της καθοδήγησης και διαπαιδαγώγησης τους, προσέγγιζε τα άτομα αυτά, κέρδισε την εμπιστοσύνη τους και ακολούθως τα χειραγωγούσε, ώσπου αν θέλει να επιτύχει την εκπλήρωση των ανάρμοστων προθέσεων του».
Εκτός από τις επαρκείς ενδείξεις, οι δικαστές έκριναν ότι ήταν ορθή η άμεση άσκηση δίωξης «αφού η μεθοδευμένη αυτή η δράση του αιτούντος την επανειλημμένη τέλεση υποδεικνύει σταθερή ροπή του προς την διάπραξη αυτού του είδους των εγκλημάτων, ως στοιχείο της προσωπικότητάς του, στοιχείο το οποίο δεν θα μπορούσε να μεταβληθεί, ούτε κατά το χρόνο που θα διενεργείται προκαταρκτική εξέταση και θα καλούνταν για εγγραφές εξηγήσεις».
Ανεπαρκείς ισχυρισμοί Λιγνάδη – Κενά στις ημερομηνίες
Οι δικαστές αποδήμησαν πλήρως και τους υπερασπιστικός ισχυρισμούς του σκηνοθέτη, σύμφωνα με τους οποίους βρισκόταν σε αλλά σημεία κατά το χρόνο τέλεσης των καταγγελλομένων αδικημάτων.
«Εξάλλου προέκυψε ότι ακόμη κι αν ο ανωτέρω είχε κληθεί για τις εξηγήσεις αυτές, δεν θα είχε προσκομίσει ικανά στοιχεία για να ανατρέψουν το ήδη συγκεντρωθέν αποδεικτικό υλικό και να αποτρέψουν τον αρμόδιο εισαγγελέα από την άσκηση ποινικής δίωξης» αναφέρουν οι δικαστές, εξηγώντας ότι ο σκηνοθέτης κατά την αυτοπρόσωπη παράσταση του ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου, φέρεται να εισέφερε αντίγραφα εισιτηρίων και φορολογικών παραστατικών με τα οποία φαίνεται ότι από τις 3 Αυγούστου 2010 έως τις 9 Αυγούστου 2010 βρισκόταν σε ταξίδι στην Αίγυπτο, ενώ φέρεται να εμφάνισε φωτογραφίες από τις οποίες προκύπτει ότι στις 1, 5,6,11,15 και 16 Αυγούστου 2015 βρισκόταν σε διακοπές στην Ιθάκη με φιλικά του πρόσωπα.
«Πλην όμως από τα πρώτα εκ των εγγράφων αυτών, καλύπτεται μόνο ένα μικρό χρονικό διάστημα των ημερών του Αυγούστου 2010, ενώ η πράξη για την οποία ασκήθηκε η δίωξη δεν έχει προσδιοριστεί κατά ακριβή ημερομηνία, ενώ από τα δεύτερα υπάρχει χρονικό κενό ακριβώς κατά την επίμαχη ημερομηνία 9 Αυγούστου 2015», απαντούν οι δικαστές.
Μάλιστα, φαίνεται πως δεν δέχθηκαν ούτε τον ισχυρισμό περί «εκδίκηση» σχετικά με την κατάθεση του τραγουδιστή – ηθοποιού που κατέθεσε σε βάρος του, λέγοντας φάσκει και αντιφάσκει:
«Πέραν τούτων, ο αιτών προέβαλε ότι ο μάρτυρας (…), που κατέθεσε κατά την προκαταρκτική, ωθήθηκε στην κατάθεσή του αυτή, από λόγους αντεκδίκησής, καθόσον σταμάτησε την επαγγελματική συνεργασία μαζί του, ισχυρισμός όμως που έρχεται σε αντίθεση με τα ίδια τα λεγόμενα του αιτούντος στη συνέχεια κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνιση του καθώς ανέφερε ότι παρόλη την διακοπή της μεταξύ τους συνεργασίας ο τάδε δεν υπέστη καμιά βλάβη στην επαγγελματική του πορεία».
Πηγή: newsbomb.gr