Η υπόθεση φαίνεται πως πλήττει σε πολιτικό επίπεδο την Ομάδα των Ευρωσοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το κόμμα να επανέρχεται πολλές φορές χθες σχολιάζοντας τις καταιγιστικές εξελίξεις
Η είδηση ότι άλλα τρία άτομα έχουν προσαχθεί στις Βρυξέλλες ως ύποπτοι για δωροληψία από «χώρα του Κόλπου», εντός του Ευρωκοινοβουλίου, όπως ανακοίνωσε η βελγική ομοσπονδιακή εισαγγελία, εντείνουν τις έρευνες των Αρχών στις Βρυξέλλες.
Στην υπόθεση του σκανδάλου διαφθοράς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το Κατάρ εμπλέκεται, σύμφωνα με πληροφορίες, η Εύα Καϊλή. Η ευρωβουλευτής, που προστατεύεται από την ασυλία, προσήχθη και βρίσκεται υπό ανάκριση από τις βελγικές αρχές σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ενώ το πρωί της Παρασκευής συνελήφθη ο σύζυγός της, Φραντσέσκο Τζόρτζι.
Για την ίδια υπόθεση ανακρίνεται και ο Βέλγος ευρωβουλευτής Μαρκ Ταραμπέλα, αλλά και η συνάδελφός του, Μαρί Αρενά -και οι δύο από την ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών.
Εκτός ΠΑΣΟΚ η Εύα Καϊλή
Άμεση ήταν η αντίδραση του ΠΑΣΟΚ, για την Εύα Καϊλή που προχώρησε στη διαγραφή της. Αργά το βράδυ της Παρασκευής έγινε γνωστό ότι διεγράφη και από την ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D), με την απόφαση να έχει άμεση ισχύ.
Σε ανακοίνωση της Χαριλάου Τρικούπη αναφέρεται: «Μετά τις τελευταίες εξελίξεις και την έρευνα των βελγικών αρχών για διαφθορά Ευρωπαίων αξιωματούχων, η Ευρωβουλευτής Εύα Καϊλή τίθεται εκτός ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής με απόφαση του Προέδρου Νίκου Ανδρουλάκη».
Σύμφωνα με πληροφορίες από την Χαριλάου Τρικούπη, την Δευτέρα πρόκειται να ανακοινωθεί η διαγραφή της κας Καΐλή και από το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της βελγικής εφημερίδας Le Soir, προηγήθηκε έρευνα στο σπίτι της ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ – κάτι το οποίο δεν ευσταθεί, από την στιγμή που η ασυλία της είναι σε ισχύ. Παράλληλα, έχει «σφραγιστεί» το γραφείο της.
Περί τις 10 το βράδυ της Παρασκευής το Γαλλικό Πρακτορείο μετέδωσε ότι η Εύα Καϊλή συνελήφθη, ωστόσο η είδηση αυτή δεν επιβεβαιώνεται. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μόνος τρόπος για να συλληφθεί ευρωβουλευτής (σ.σ. έχουν ασυλία) είναι να πιαστεί επ’ αυτοφώρω.
Η βελγική εφημερίδα Le Soir έγραψε συγκεκριμένα:
«Την Παρασκευή πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 15 έρευνες από πράκτορες του Κεντρικού Γραφείου Αντιμετώπισης της Διαφθοράς στις Βρυξέλλες και τέσσερα άτομα, θεωρούμενα ύποπτα, συνελήφθησαν.
Μεταξύ αυτών, ο Luca Visentini, νεοεκλεγείς Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Συνδικάτων, ο πρώην ευρωβουλευτής του S&D Pier-Antonio Panzeri καθώς και ο Φραντσέσκο Τζόρτζι, πρώην κοινοβουλευτικός βοηθός του κ. Panzeri, νυν συνεργάτης της ομάδας S&D και σύντροφος της Εύας Καϊλή.
Η Εύα Καϊλή, 44 ετών, πρώην παρουσιάστρια της ελληνικής τηλεόρασης και ευρωβουλευτής από το 2014, βρέθηκε επίσης στο στόχαστρο των ερευνητών. Το σπίτι της ερευνήθηκε αργά το απόγευμα της Παρασκευής και η ίδια οδηγήθηκε στον εισαγγελέα».
Εκτός από τις τέσσερις συλλήψεις, η αστυνομία κατέσχεσε «περίπου 600.000 ευρώ σε μετρητά», καθώς και «εξοπλισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών και κινητά τηλέφωνα», των οποίων το περιεχόμενο θα εξεταστεί.
Σημειώνεται ότι το γραφείο του συζύγου της Εύας Καϊλή, ο οποίος στο παρελθόν ήταν συνεργάτης του Pier-Antonio Panzeri σφραγίστηκε από το πρωί της Παρασκευής. Σύμφωνα με πηγές από τις Βρυξέλλες, αργά το βράδυ της Παρασκευής, η αστυνομία φέρεται να βρήκε 100.000 ευρώ σε σπίτι που ανήκει στον Φραντσέσκο Τζόρτζι. Έρευνες έγιναν εκεί και στο σπίτι του Παντζέρι, όπου κατασχέθηκαν σχεδόν 500.000 ευρώ μετρητά.
Σημειώνεται ότι η Εύα Καϊλή, που είναι εκ των αντιπροέδρων του Ευρωκοινοβουλίου, είχε επισκεφθεί στις αρχές Νοεμβρίου το Κατάρ και στη συνέχεια, μιλώντας στο Ευρωκοινοβούλιο, είχε χαρακτηρίσει την συγκεκριμένη χώρα «πρωτοπόρο» στο θέμα των εργασιακών σχέσεων, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις.
Νωρίτερα, όπως είχε γίνει γνωστό από τις Βρυξέλλες, τέσσερα άτομα, μεταξύ των οποίων ένας πρώην ευρωβουλευτής, συνελήφθησαν στο πλαίσιο έρευνας ενός οικονομικού δικαστή, ως ύποπτα για δωροληψία από μια «χώρα του Κόλπου», εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως ανακοίνωσε η βελγική ομοσπονδιακή εισαγγελία. Η χώρα δεν κατονομάστηκε από την Εισαγγελία.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Le Soir, ωστόσο, αξιωματούχοι του Κατάρ είχαν προσπαθήσει να δωροδοκήσουν έναν εκλεγμένο Ιταλό σοσιαλιστή, που ήταν ευρωβουλευτής από το 2004 έως το 2019.
Η έρευνα αφορά, μεταξύ άλλων, πράξεις «διαφθοράς» και «ξεπλύματος χρήματος» στο πλαίσιο οργανωμένης συμμορίας, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου της Εισαγγελίας.
Για μήνες, Βέλγοι ερευνητές «υποπτεύονταν ότι μια χώρα του Κόλπου επηρέαζε τις οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πληρώνοντας σημαντικά χρηματικά ποσά ή προσφέροντας σημαντικά δώρα σε τρίτους με πολιτική θέση ή/και σημαντική στρατηγική θέση» εντός αυτού του οργάνου.
Η αντίδραση των Ευρωσοσιαλιστών
«Μηδενική ανοχή στη διαφθορά» δηλώνει το κόμμα των σοσιαλδημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο στον απόηχο της υπόθεσης των συλλήψεων στο Βέλγιο. Όπως λένε, είναι θορυβημένοι από τις πρόσφατες εξελίξεις και ζητούν να διερευνηθούν σε βάθος οι καταγγελίες: «Δεδομένης της σοβαρότητας των καταγγελιών, έως ότου οι αρμόδιες αρχές παράσχουν σχετικές πληροφορίες και διευκρινίσεις, ζητάμε την αναστολή των εργασιών για τυχόν φακέλους και ψηφοφορίες στην Ολομέλεια σχετικά με τα κράτη του Κόλπου, ιδιαίτερα την απελευθέρωση του καθεστώτος βίζας και τις προγραμματισμένες επισκέψεις».
Υπενθυμίζεται ότι το Κατάρ επιχειρούσε να πετύχει την κατάργηση της βίζας και επισκέψεις των πολιτών του στην Ευρώπη υπό το καθεστώς Σένγκεν, κάτι που είχε προκαλέσει την αντίδραση αρκετών χωρών, όπως της Γαλλίας.
Τι προβλέπεται για την ασυλία των ευρωβουλευτών
Η βουλευτική ασυλία δεν αποτελεί προσωπικό προνόμιο ενός ευρωβουλευτή, αλλά εγγύηση ότι τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορούν να ασκούν ελεύθερα την εντολή τους χωρίς να εκτίθενται σε αυθαίρετες πολιτικές διώξεις. Αποτελεί έτσι εγγύηση για την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα του Κοινοβουλίου στο σύνολό του.
Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη εξαιτίας γνώμης που εξέφρασαν ή ψήφου που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Η ασυλία ενός ευρωβουλευτή περιλαμβάνει δύο πτυχές:
– εντός της επικρατείας του κράτους του και είναι παρόμοια με τις ασυλίες που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας του· και
– εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών και παρέχει εξαίρεση από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη.
Η ασυλία δεν ισχύει όταν ένας βουλευτής βρεθεί επ’ αυτοφώρω.
Πώς πραγματοποιείται η άρση ή η υπεράσπιση της ασυλίας;
Σε περίπτωση που οι αρμόδιες εθνικές αρχές ζητήσουν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την άρση της ασυλίας ευρωβουλευτή (ή στην περίπτωση που ένας ευρωβουλευτής ή πρώην ευρωβουλευτής ζητήσει την υπεράσπιση της ασυλίας του), ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοινώνει στην ολομέλεια ότι το Κοινοβούλιο έλαβε την αίτηση και την παραπέμπει στην αρμόδια επιτροπή, δηλαδή στην επιτροπή Νομικών Θεμάτων.
Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση κρίνει απαραίτητη. Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής πρέπει να έχει την ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του και μπορεί να προσκομίσει έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία που θεωρεί χρήσιμα.
Κεκλεισμένων των θυρών, η επιτροπή εγκρίνει έκθεση που συνιστά στο Κοινοβούλιο ως σώμα να εγκρίνει ή να απορρίψει την αίτηση, δηλαδή να άρει ή να διατηρήσει την ασυλία του ενδιαφερόμενου ευρωβουλευτή. Κατά την πρώτη σύνοδο της ολομέλειας μετά την απόφαση της επιτροπής, το Κοινοβούλιο αποφασίζει επί του θέματος με απλή πλειοψηφία. Μετά την ψηφοφορία, ο πρόεδρος του ΕΚ ανακοινώνει αμέσως την απόφαση του Κοινοβουλίου στον ενδιαφερόμενο ευρωβουλευτή και στις αρμόδιες αρχές του σχετικού κράτους μέλους.
Διατηρούν την έδρα τους οι ευρωβουλευτές, ακόμη και αν αρθεί η ασυλία τους;
Ναι. Η εντολή των ευρωβουλευτών είναι εθνική εντολή και δεν μπορεί να αφαιρεθεί από οποιαδήποτε άλλη αρχή. Επιπλέον, η άρση της ασυλίας δεν συνιστά ετυμηγορία για την ενοχή ή όχι του ευρωβουλευτή. Μέσω αυτής δίνεται απλώς η δυνατότητα στις εθνικές δικαστικές αρχές να προβούν στις ανάλογες ενέργειες, δηλ. τη διεξαγωγή έρευνας ή δίκης. Καθώς οι ευρωβουλευτές εκλέγονται σύμφωνα με την εθνική εκλογική νομοθεσία, εάν ευρωβουλευτής κριθεί ένοχος για ποινικό αδίκημα που συνεπάγεται έκπτωση από το αξίωμα, εναπόκειται στις αρχές του κράτους μέλους να ενημερώσουν το Κοινοβούλιο σχετικά.
Πηγή: protothema.gr