Στις αρχές του Μαρτίου τον γύρο του ειδικού και μη Τύπου έκανε η δήλωση του Ισμαήλ Ντεμίρ, επικεφαλής της διεύθυνσης αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας, πως το υπό ναυπήγηση τουρκικό αεροπλανοφόρο/ ελικοπτεροφόρο TCG Anadolu (η επόμενη ναυαρχίδα του τουρκικού ναυτικού) πρόκειται να εξοπλιστεί με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) τύπου Bayraktar TB3 – την επόμενη έκδοση του τουρκικού drone που έχει δει ήδη χρήση σε Συρία, Λιβύη και Ναγκόρνο Καραμπάχ.
O Ντεμίρ τα επανέλαβε αυτά εκ νέου πρόσφατα, λέγοντας πως το πλοίο θα μεταφέρει μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οπλισμένα (UCAV- unmanned combat aerial vehicles) και μη (UAV- unmanned aerial vehicles), καθώς και ελικόπτερα και τεθωρακισμένα οχήματα. Όπως σημείωσε, το πλοίο θα χρησιμοποιείται για επιχειρήσεις πολλαπλών ειδών, και για αυτόν τον λόγο προορίζεται να επιτρέπει την απονήωση και προσνήωση μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Ο Ντεμίρ είπε, μεταξύ άλλων, πως η ένταξη του πλοίου στο τουρκικό ναυτικό αναμένεται κατά τα τέλη του 2022 και ότι θα είναι το πρώτο στον κόσμο που θα επιτρέπει την προσνήωση UCAV στο κατάστρωμά του. Επίσης, σημείωσε ότι, με βάση τους στόχους της χώρας, που παρουσίασε πρόσφατα ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν, σκοπός είναι η ναυπήγηση και ενός άλλου τύπου αεροπλανοφόρου μετά.
Η είδηση αυτή προκάλεσε αίσθηση για διάφορους λόγους. Πρώτος εξ αυτών είναι πως, εάν όντως γίνει κάτι τέτοιο, θα πρόκειται όντως για μια παγκόσμια πρωτοτυπία, δεδομένου πως, από όσο είναι γνωστό, δεν υπάρχει σε κάποια άλλη χώρα κάποιο πλοίο (τουλάχιστον, τέτοιου μεγέθους και τύπου) που να χρησιμοποιεί σε τόσο μεγάλο βαθμό (σε «βασικό» ρόλο) μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Υπό αυτή την έννοια, η φιλοδοξία δημιουργίας ενός «UAV carrier» δείχνει για άλλη μια φορά τις τουρκικές φιλοδοξίες ως προς την έκταση της χρήσης οπλισμένων (και μη) drones και τις προθέσεις της γείτονος ως προς την εξέλιξη και χρήση της συγκεκριμένης τεχνολογίας.
Πέραν αυτού, η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με τις δηλώσεις του Ντεμίρ πως η Τουρκία θα δραστηριοποιηθεί για να λάβει αποζημιώσεις για την αποπομπή της από το πρόγραμμα του F-35, δείχνει πως η γείτονας μάλλον έχει πάρει απόφαση πως το κεφάλαιο «F-35» έχει λάβει τέλος για αυτήν (τουλάχιστον, στην παρούσα φάση).
Σημειώνεται πως, κανονικά, τα F-35 ήταν τα αεροσκάφη που προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν από το TCG Anadolu, και η απώλεια της επιλογής αυτής εμφανώς οδηγεί την Τουρκία να αναζητήσει άλλες εναλλακτικές.
Δεδομένου ότι το μέλλον της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας αποτελεί πλέον ένα μεγάλο ερωτηματικό και ότι το αεροσκάφος που «παραδοσιακά» εξόπλιζε τέτοιου τύπου ελαφρά αεροπλανοφόρα στα δυτικά πολεμικά ναυτικά ήταν το Harrier που πλέον θεωρείται παρωχημένο, είναι λογικό από πολλές απόψεις η Τουρκία να στραφεί σε έναν τομέα που επενδύει ούτως ή άλλως για να καλύψει το κενό.
«UAV carrier»: Είναι αεροπλανοφόρο ή κάτι άλλο;
Ανεξαρτήτως των τουρκικών μεγαλοστομιών, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως οι δυνατότητες ενός ελαφρού αεροπλανοφόρου που είναι εξοπλισμένο με drones (ακόμα και μεγάλου αριθμού- o Ντεμίρ είχε πει ότι θα έχει από 30 μέχρι 50) είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που θα είχε ένα πλοίο ίδιου μεγέθους που θα έφερε F-35.
Σε πρώτη φάση, ένα τέτοιο «UAV carrier» (ή «drone carrier») δεν θα έχει πρακτικά δυνατότητες για αποστολές αέρος- αέρος, τις οποίες θα αναλάμβαναν κανονικά τα F-35- οπότε για την προστασία του απέναντι σε εναέριες απειλές θα βασίζεται στα πολεμικά πλοία που θα το συνοδεύουν ή την τουρκική πολεμική αεροπορία (οι δυνατότητες air-to-air των drones είναι ακόμα πρακτικά μηδαμινές- ειδικά για τα δεδομένα των τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών).
Κάτι τέτοιο συνιστά προφανώς υποβάθμιση των δυνατοτήτων του, και σίγουρα αυτό δεν διαφεύγει της προσοχής της τουρκικής ηγεσίας. Αξίζει να σημειωθεί πως σχετικά πρόσφατα είχαν κυκλοφορήσει αναφορές πως εξεταζόταν το ενδεχόμενο προμήθειας παλιών Harrier από άλλα πολεμικά ναυτικά που τα χρησιμοποιούν ακόμα (άλλωστε το ισπανικό Juan Carlos I, πάνω στο οποίο βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό το Anadolu, χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους).
Βεβαίως, κάτι τέτοιο θα αποτελούσε προφανώς «λύση απελπισίας», δεδομένου ότι τα Harrier είναι πολύ παλαιότερα και λιγότερο προηγμένα από τα F-35, ενώ πλέον είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσον είναι διαθέσιμα για αγορά (τα χρησιμοποιούν ακόμα ΗΠΑ, Ιταλία και Ισπανία, και τα χρειάζονται για τις δικές τους δυνάμεις).
Η επιλογή της Τουρκίας, οπότε, είναι είτε να μεταφέρει το σκάφος μόνο ελικόπτερα και δυνάμεις εδάφους, είτε να του δώσει και drones- και φαίνεται να στρέφεται στη δεύτερη επιλογή, καθώς έχει επενδύσει ούτως ή άλλως πολύ στα μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Αυτό θα άλλαζε σε μεγάλο βαθμό και τον ρόλο του πλοίου: Ακόμα και αν ένα τέτοιο σκάφος δεν θα είχε τις δυνατότητες που θα του παρείχαν τα stealth τεχνολογίας, προηγμένα F-35, θα ήταν και πάλι σημαντικός παράγοντας για το τουρκικό ναυτικό, αν σκεφτεί κανείς ότι η αποστολή του περιλαμβάνει την προβολή ισχύος στη Μεσόγειο.
Επίσης, σε πιο «καθαρό» στρατιωτικό επίπεδο, ένα πλοίο φορτωμένο με drones θα μπορούσε να παρέχει μεγάλη και πολύ σημαντική υποστήριξη σε μια αποβατική επιχείρηση, που ούτως ή άλλως εντάσσεται στο πλαίσιο των αποστολών του σκάφους (λειτουργώντας στην πράξη ως ελικοπτεροφόρο). Ακόμη, η πιθανή χρήση drones τύπου Akinci, σε συνδυασμό με πυραύλους μακράς εμβέλειας SOM, θα παρείχε δυνατότητες πληγμάτων σε μεγάλες αποστάσεις.
Σε επίπεδο επιτήρησης / παρακολούθησης, η ευρεία χρήση drones θα παρείχε στο σκάφος διόλου ευκαταφρόνητες δυνατότητες, καθώς, ως γνωστόν, τα drones μπορούν να ίπτανται για μεγάλα χρονικά διαστήματα και να επιτηρούν/ καλύπτουν μεγάλες θαλάσσιες περιοχές.
Συνοψίζοντας, το ερώτημα που τίθεται σε περίπτωση μετατροπής του TCG Anadolu σε «drone carrier» δεν είναι τόσο εάν θα ήταν σημαντικός παράγοντας/ υπολογίσιμος αντίπαλος σε μια ναυτική αναμέτρηση, ή ως μέσο προβολής ναυτικής ισχύος της Τουρκίας: Ακόμα και με drones αντί για F-35, η απάντηση είναι πως ναι, θα ήταν κάτι που θα έπρεπε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν από έναν αντίπαλο.
Το θέμα επί της προκειμένης είναι περισσότερο κατά πόσον αξίζει τον κόπο μια τέτοια «ανταλλαγή»: Ό,τι και να συμβεί, το πλοίο αυτό θα πρέπει να προστατεύεται από ισχυρές ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις, δεσμεύοντάς τες και απομακρύνοντάς τες πιθανώς από άλλους ρόλους.
Σε περίπτωση μιας αναμέτρησης το Anadolu θα αποτελούσε πρωταρχικό και μεγάλο στόχο για την αεροπορία ή/και τα υποβρύχια ενός αντίστοιχων δυνατοτήτων αντιπάλου (και είναι ερώτημα το κατά πόσον μπορεί να προστατευθεί αποτελεσματικά υπό αυτά τα δεδομένα το συγκεκριμένο πλοίο). Υπό αυτή την έννοια, αυτό που μπορεί να προβλέψει κανείς είναι πως η σημασία του για την Τουρκία, τουλάχιστον υπό τις παρούσες συνθήκες, θα ήταν κυρίως ως ένα ισχυρό μέσο προβολής ισχύος στο πλαίσιο των τουρκικών φιλοδοξιών περί «Γαλάζιας Πατρίδας»- χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως εκμηδενίζεται η «καθαρή» μαχητική του αξία.
Τι κάνουν οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί
Πέραν πάντως του Anadolu, η ευρεία χρήση drones (οπλισμένων και μη) από αεροπλανοφόρα/ ελικοπτεροφόρα στο κοντινό μέλλον θεωρείται μάλλον «σίγουρο στοίχημα».
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να θεωρηθεί το Project Vixen του Βασιλικού Ναυτικού του Ηνωμένο Βασιλείου, στο πλαίσιο του οποίου διερευνώνται οι δυνατότητες χρήσης μεγάλων μη επανδρωμένων αεροσκαφών από τα αεροπλανοφόρα του, σε μια σειρά αποστολών- από εναέριο ανεφοδιασμό μέχρι και ηλεκτρονικού πολέμου και πληγμάτων, μόνα τους ή υποστηρίζοντας/ συνεργαζόμενα με τα F-35 του Βασιλικού Ναυτικού.
Κρίνοντας κανείς από όσα έχουν γίνει γνωστά για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, το βρετανικό ενδιαφέρον είναι κυρίως για drones που επιχειρούν κυρίως σε «συμπληρωματικό ρόλο» στα επανδρωμένα μαχητικά.
Το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό, από πλευράς του, έχει το ΜQ-25, με αρχικό ορίζοντα για αποστολές εναέριου ανεφοδιασμού, ενώ έχει πραγματοποιήσει δοκιμές και με το X-47B, που πραγματοποίησε το 2013 την πρώτη προσνήωση drone σε αεροπλανοφόρο.
Γενικότερα μιλώντας, η χρήση drones από αεροπλανοφόρα φαίνεται να προσελκύει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από το US Navy, δεδομένης της στροφής των τελευταίων ετών στον Ειρηνικό και της ανάδυσης της απειλής των κινεζικών ASBM (Anti-ship ballistic missiles, βαλλιστικών πυραύλων για χρήση εναντίον πλοίων) και του κινεζικού A2/AD (anti-access/area denial) εν γένει, που κάνουν ακόμα σημαντικότερη την τήρηση μεγάλων αποστάσεων και τη δυνατότητα χρήσης πιο αναλώσιμων ιπτάμενων πλατφορμών, η χρήση των οποίων θα συνεπάγεται μικρότερο κίνδυνο για ανθρώπινες απώλειες σε περίπτωση σύγκρουσης.
Πηγή: newsbomb.gr